oriundo - ορισμός. Τι είναι το oriundo
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι oriundo - ορισμός


Oriundo      
adj.
Originário; procedente, proveniente; natural.
(Lat. "oriundus")
oriundo      
adj (lat oriundu) Originário; procedente, proveniente, natural.
oriundo      
adj.s.m. ( -1963 )
-desp B diz-se de ou jogador de futebol de nacionalidade estrangeira, mas de origem italiana, contratado para jogar na Itália, podendo não só defender as cores de um clube como tb. a própria seleção do país
talvez Mazzola, após 1958, tenha inaugurado uma geração de o. a seleção apresentou-se com vários jogadores o.
-etim it. oriundo (1703) 'originário de um dado lugar'; (1963) 'jogador de futebol de nacionalidade estrangeira, mas de origem italiana, que joga em um time italiano', do lat. oriúndus,a,um 'originário, que tira a sua origem de, descendente'; ver ori-
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για oriundo
1. Pyongyang, ' de junio (ATCC) –– El perro de Phungsan, oriundo de Corea, adquiere la fama mundial.